Εκδικητικός στα τσεχικά

Μετάφραση: εκδικητικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
trestní, mstivý, pomstychtivý, mstivé, mstivá, pomstychtivým
Εκδικητικός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκδικητικός

εκδικητικός συνώνυμα, εκδικητικός αγγλικά, εκδικητικός άνθρωπος, εκδικητικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, εκδικητικός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • εκδηλωτικός στα τσεχικά - výstup, demonstrativní, ukázku, demonstrační, ukazovací, demonstrativním
  • εκδικάζω στα τσεχικά - soudit, rozhodnout, ochutnat, rozsoudit, pokoušet, vyzkoušet, okusit, ...
  • εκδικούμαι στα τσεχικά - pomstít, odplatit, oplatit, pomstím, pomstím na, odplacovati měli, odměnit
  • εκδοχή στα τσεχικά - interpretace, verze, verzi, aplikaci, znění, verze pro
Τυχαίες λέξεις
Εκδικητικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: trestní, mstivý, pomstychtivý, mstivé, mstivá, pomstychtivým