Ενήλικας στα τσεχικά

Μετάφραση: ενήλικας, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zralý, dospělý, dospělých, dospělé, adult, dospělého
Ενήλικας στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενήλικας

ο ενήλικας, ενήλικας στα αγγλικα, ενήλικας κλίση, δυσλεκτικόσ ενήλικασ, ενήλικας ή ενήλικος, ενήλικας λεξικό γλώσσας τσεχικά, ενήλικας στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ενέδρα στα τσεχικά - záloha, nástraha, číhaná, číhat, léčka, přepadení, přepad, ...
  • ενέργεια στα τσεχικά - postup, akce, řízení, opatření, akční, žaloba, činnost
  • ενήλικος στα τσεχικά - dospělý, zralý, dospělých, dospělé, adult, dospělého
  • ενίσχυση στα τσεχικά - rozvedení, rozšíření, výztuž, vyztužení, zesílení, zvětšení, přehánění, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενήλικας στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zralý, dospělý, dospělých, dospělé, adult, dospělého