Ενθάρρυνση στα τσεχικά

Μετάφραση: ενθάρρυνση, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pobídka, podpora, povzbuzení, povzbuzením, povzbuzování, podněcování
Ενθάρρυνση στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενθάρρυνση

ενθάρρυνση συνώνυμα, ενθάρρυνση τουριστικών δραστηριοτήτων, ενθάρρυνση του παιδιού, ενθάρρυνση μαθητών, ενθάρρυνση λεξικό γλώσσας τσεχικά, ενθάρρυνση στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ενεργός στα τσεχικά - působivý, účinný, čilý, aktivní, činný, účinná, aktivním, ...
  • ενημέρωση στα τσεχικά - instruktáž, aktualizace, aktualizaci, aktualizací, aktualizování, aktualizovat
  • ενθαρρύνω στα τσεχικά - podporovat, vyzývat, udržovat, povzbudit, povzbuzovat, podnítit, podpořit, ...
  • ενθουσιασμένος στα τσεχικά - nadšený, vzrušený, nadšeni, vzrušená, nadšená
Τυχαίες λέξεις
Ενθάρρυνση στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: pobídka, podpora, povzbuzení, povzbuzením, povzbuzování, podněcování