Εξάπλωση στα τσεχικά

Μετάφραση: εξάπλωση, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
rozmach, expanze, rozvedení, rozpínavost, zvětšení, rozmnožení, rozšíření, rozvoj, rozpětí, šíření, šíří, rozšiřování, šířit
Εξάπλωση στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξάπλωση

εξάπλωση των τούρκων, εξάπλωση αγγλικά, εξάπλωση των αράβων, εξάπλωση συνώνυμο, εξάπλωση χριστιανισμού, εξάπλωση λεξικό γλώσσας τσεχικά, εξάπλωση στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • εξάμηνο στα τσεχικά - semestr, pololetí, půl, polovinu, napůl, poloviční, poločas
  • εξάνθημα στα τσεχικά - prudký, vyrážka, unáhlený, nepředložený, ukvapený, vyrážku, vyrážky, ...
  • εξάπτω στα τσεχικά - zapalovat, roznítit, podnítit, rozněcovat, podněcovat, rozdmýchat, zanítit, ...
  • εξάρθρωση στα τσεχικά - výkrut, vykloubení, rozmístění, narušení, dislokace, dislokaci
Τυχαίες λέξεις
Εξάπλωση στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: rozmach, expanze, rozvedení, rozpínavost, zvětšení, rozmnožení, rozšíření, rozvoj, rozpětí, šíření, šíří, rozšiřování, šířit