Εξευγενίζω στα τσεχικά

Μετάφραση: εξευγενίζω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
povznést, zušlechtit, urbanizovat, poměštit
Εξευγενίζω στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξευγενίζω

εξευγενίζω συνώνυμα, εξευγενίζω λεξικό γλώσσας τσεχικά, εξευγενίζω στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • εξερεύνηση στα τσεχικά - zkoumání, průzkum, výzkum, bádání, vyšetření, průzkumu, průzkumné
  • εξετάζω στα τσεχικά - vyšetřit, bádat, sondovat, zkoumat, přepážka, přebrat, zkontrolovat, ...
  • εξευμενίζω στα τσεχικά - usmířit, smiřovat, usmíří, uchlácholit
  • εξευτελίζω στα τσεχικά - znehodnotit, nedůvěra, poškodit, zneuctít, hanba, ponížit, pokořit, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξευγενίζω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: povznést, zušlechtit, urbanizovat, poměštit