Επεξεργασία στα τσεχικά
Μετάφραση: επεξεργασία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zpracování, vypracování, rozpracování, vypracovávání
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επεξεργασία
επεξεργασία στα αγγλικά, επεξεργασία φυσικής γλώσσας, επεξεργασία φωτογραφίας, επεξεργασία pdf, επεξεργασία νερού, επεξεργασία λεξικό γλώσσας τσεχικά, επεξεργασία στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- επενεργώ στα τσεχικά - vliv, účinek, ovlivnit, ovlivňovat, působit, akty, úkony, ...
- επεξεργάζομαι στα τσεχικά - metoda, běh, postup, zpracovat, proces, chod, spor, ...
- επεξηγώ στα τσεχικά - znázornit, vysvětlit, objasnit, ilustrovat, ilustrují, ilustraci, znázorňují, ...
- επευφημία στα τσεχικά - potlesk, uznání, ovace, souhlas, pocta, pochvala, aklamace, ...
Τυχαίες λέξεις
Επεξεργασία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zpracování, vypracování, rozpracování, vypracovávání
Μεταφράσεις: zpracování, vypracování, rozpracování, vypracovávání