Επιτηρητής στα τσεχικά

Μετάφραση: επιτηρητής, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dozorce, dohlížitel, kontrolor, vedoucí, školitel, Orgán dohledu, orgán dozoru
Επιτηρητής στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιτηρητής

επιτηρητής τάσης πριζας, επιτηρητής έντασης, επιτηρητής τάσης hager, επιτηρητής τάσης τριφασικός, επιτηρητής τάσης abb, επιτηρητής λεξικό γλώσσας τσεχικά, επιτηρητής στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • επιτηδευμένος στα τσεχικά - vyumělkovaný, nepřirozený, předstíraný, afektovaný, líčený, strojený, kýčovitý, ...
  • επιτηδεύομαι στα τσεχικά - předstírat, simulovat, padělat, fingovat, napodobit, přetvařovat, epitidefomai
  • επιτηρώ στα τσεχικά - dozírat, kontrolovat, dohlížet, prohlédnout, zkontrolujte, inspekci, nahlížet
  • επιτιθέμενος στα τσεχικά - útočník, útočníkovi, útočníka
Τυχαίες λέξεις
Επιτηρητής στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: dozorce, dohlížitel, kontrolor, vedoucí, školitel, Orgán dohledu, orgán dozoru