Ισχυρός στα τσεχικά

Μετάφραση: ισχυρός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tuhý, výkonný, silný, odměřený, vlivný, energický, neohebný, prudký, mohutný, přísný, působivý, mocný, účinný, pevný, ohromný, škrobený, výkonné, silná
Ισχυρός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ισχυρός

ισχυρός μαγνήτης, ισχυρός συνώνυμο, ισχυρόσ κλονισμόσ, ισχυρός σεισμός, ισχυρός συνωνυμα, ισχυρός λεξικό γλώσσας τσεχικά, ισχυρός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ισχυρογνώμονας στα τσεχικά - umíněný, úporný, neústupný, houževnatý, tvrdohlavý, zatvrzelý, zatvrzelí, ...
  • ισχυρογνώμων στα τσεχικά - urputný, umíněný, tvrdohlavý, neústupný, úporný, zarputilý, tvrdošíjný, ...
  • ισχύς στα τσεχικά - legálnost, právoplatnost, pravoplatnost, platnost, energie, síla, moc, ...
  • ισχύων στα τσεχικά - právoplatný, silný, pevný, platný, pravoplatný, proud, aktuální, ...
Τυχαίες λέξεις
Ισχυρός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: tuhý, výkonný, silný, odměřený, vlivný, energický, neohebný, prudký, mohutný, přísný, působivý, mocný, účinný, pevný, ohromný, škrobený, výkonné, silná