Κολλητός στα τσεχικά

Μετάφραση: κολλητός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
důvěrný, blízko, zavřít, zavírat, blízký, kamarád, ohrada, spojení, závěr, uzavírat, uzavřít, skončit, dohodnout, vole, kámo, frajer, chlápek, Dude
Κολλητός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολλητός

κολλητός βικιλεξικο, κολλητός συνώνυμα, κολλητός φίλος, κολλητός των αδελφών κασιδιάρη ο υιός μπαλτάκου, κολλητός λεξικό γλώσσας τσεχικά, κολλητός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • κολλαρίζω στα τσεχικά - naškrobit, škrobit, škrob, kollarizo
  • κολλητικός στα τσεχικά - choroboplodný, lepkavý, dusný, nakažlivý, infekční, lepivý, přenosný, ...
  • κολλιτσίδα στα τσεχικά - lopuch, lopuchu, Burdock, lopuchový, lopuchu a
  • κολλώ στα τσεχικά - klížit, naletovat, lpět, lep, nalepit, dodržet, pájet, ...
Τυχαίες λέξεις
Κολλητός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: důvěrný, blízko, zavřít, zavírat, blízký, kamarád, ohrada, spojení, závěr, uzavírat, uzavřít, skončit, dohodnout, vole, kámo, frajer, chlápek, Dude