Λιρέτα στα τσεχικά

Μετάφραση: λιρέτα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
lira, liry, lir, liru, New Lira
Λιρέτα στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λιρέτα

ιταλική λιρέτα, λιρέτα εξαρχείων, λιρέτα λεξικό γλώσσας τσεχικά, λιρέτα στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • λιπαρός στα τσεχικά - mastný, zamaštěný, tučný, mastných, mastné, mastná, mastnou
  • λιποθυμώ στα τσεχικά - omdlít, slabošský, nezřetelný, nejasný, zeslábnout, nesmělý, chabý, ...
  • λιτός στα τσεχικά - hospodárný, lapidární, strohý, skromný, jadrný, zdrženlivý, střídmý, ...
  • λιτότητα στα τσεχικά - skromnost, střídmost, šetrnost, spořivost, hospodárnost, spořivosti, záložna
Τυχαίες λέξεις
Λιρέτα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: lira, liry, lir, liru, New Lira