Μοιράζομαι στα τσεχικά

Μετάφραση: μοιράζομαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
přínos, akcie, podílet, sdílet, podíl, účast, dělit, příděl, rozdělit, rozdělovat, díl, podíl na, podílu na
Μοιράζομαι στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μοιράζομαι

μοιράζομαι συνώνυμα, μοιράζομαι ορισμός, μοιράζομαι το αυτοκίνητο, μοιράζομαι γνωμικά, μοιράζομαι και ωριμάζω, μοιράζομαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, μοιράζομαι στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • μοίρα στα τσεχικά - úděl, rozštěpení, parcela, osud, rozkol, zhouba, místo, ...
  • μοδίστρα στα τσεχικά - švadlena, krejčí, krejčová, švadlenu, švadlenou, dámskou krejčovou, seamstress
  • μοιράζω στα τσεχικά - část, štěpit, jednání, pukat, obchodovat, rozvrhnout, kšeft, ...
  • μοιραίος στα τσεχικά - smrtící, zhoubný, smrtonosný, smrtelně, neblahý, osudný, fatální, ...
Τυχαίες λέξεις
Μοιράζομαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: přínos, akcie, podílet, sdílet, podíl, účast, dělit, příděl, rozdělit, rozdělovat, díl, podíl na, podílu na