Πυκνώνω στα τσεχικά
Μετάφραση: πυκνώνω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zesílit, zhušťovat, zahustit, zahuštění, zahustíme, houstnout
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυκνώνω
πυκνώνω αντώνυμο, πυκνώνω ετυμολογία, πυκνώνω συνωνυμο, πυκνώνω συνώνυμο, πυκνώνω λεξικό γλώσσας τσεχικά, πυκνώνω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- πυκνός στα τσεχικά - těžkopádný, silný, tupý, početný, hutný, tlustý, plný, ...
- πυκνότητα στα τσεχικά - hustota, tloušťka, vrstva, hustoty, hustotou, hustotu, hustotě
- πυξίδα στα τσεχικά - okruh, obejít, obvod, busola, obsáhnout, okrouhlý, buzola, ...
- πυρήνας στα τσεχικά - dřeň, podstata, ohryzek, morek, jádro, zrno, jádra, ...
Τυχαίες λέξεις
Πυκνώνω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zesílit, zhušťovat, zahustit, zahuštění, zahustíme, houstnout
Μεταφράσεις: zesílit, zhušťovat, zahustit, zahuštění, zahustíme, houstnout