Στρατολογώ στα τσεχικά
Μετάφραση: στρατολογώ, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
rekrut, rekrutovat, branec, zapracovat, nasávat, nasáván, zasvětit, bezpodmíneçné nasáván
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρατολογώ
στρατολογώ συνώνυμα, στρατολογώ λεξικό γλώσσας τσεχικά, στρατολογώ στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- στρατιώτης στα τσεχικά - vojín, voják, vojáku, vojáka, vojákem
- στρατολογία στα τσεχικά - odvod, odvody, branná povinnost, konskripční, odvodu
- στρατολόγηση στα τσεχικά - rekrutování, odvod, najímání, nábor, náboru, přijímání, nábor zaměstnanců, ...
- στρατός στα τσεχικά - armáda, vojsko, Army, armády, armádu
Τυχαίες λέξεις
Στρατολογώ στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: rekrut, rekrutovat, branec, zapracovat, nasávat, nasáván, zasvětit, bezpodmíneçné nasáván
Μεταφράσεις: rekrut, rekrutovat, branec, zapracovat, nasávat, nasáván, zasvětit, bezpodmíneçné nasáván