Τραυματισμένος στα τσεχικά

Μετάφραση: τραυματισμένος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
raněný, zraněný, poraněný, zraněn, zraněno, zraněných
Τραυματισμένος στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τραυματισμένος

τραυματισμένος λεξικό γλώσσας τσεχικά, τραυματισμένος στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • τραυματίζω στα τσεχικά - urazit, poranění, ublížit, ranit, poranit, zranění, rána, ...
  • τραυματικός στα τσεχικά - traumatický, traumatické, traumatická, traumatizující, traumatickou
  • τραυματισμός στα τσεχικά - zranit, poranění, zranění, rána, ranit, poranit, zraňovat, ...
  • τραχεία στα τσεχικά - trachea, průdušnice, trachey, průdušnici, tracheu
Τυχαίες λέξεις
Τραυματισμένος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: raněný, zraněný, poraněný, zraněn, zraněno, zraněných