Ωφέλεια στα τσεχικά

Μετάφραση: ωφέλεια, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
výnos, zisk, vydělávat, výhoda, výdělek, získat, příspěvek, prospívat, užitek, prospěšnost, podpora, dobrodiní, prospěch, užitečnost, nástroj, utilita
Ωφέλεια στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ωφέλεια

κοινή ωφέλεια, ωφέλεια από την άσκηση δικαιώματος προαίρεσης απόκτησης μετοχών, ωφέλεια λεξικό, ωφέλεια από τα μνημόσυνα, ωφέλεια λόγω αποδείξεων, ωφέλεια λεξικό γλώσσας τσεχικά, ωφέλεια στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ωστόσο στα τσεχικά - pořád, leč, přece, přesto, ještě, už, nicméně, ...
  • ωτακουστώ στα τσεχικά - naslouchat, odposlechnout, vyslechnout, zaslechnout, zaslechl, zaslechla, odposlouchávat
  • ωφέλιμος στα τσεχικά - užitečný, blahodárný, zdravý, prospěšný, užitečné, užitečná, vhodné, ...
  • ωφελώ στα τσεχικά - prospěch, využívat, užitek, využít, ofelo
Τυχαίες λέξεις
Ωφέλεια στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: výnos, zisk, vydělávat, výhoda, výdělek, získat, příspěvek, prospívat, užitek, prospěšnost, podpora, dobrodiní, prospěch, užitečnost, nástroj, utilita