Αμάξωμα στα φινλανδικά

Μετάφραση: αμάξωμα, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kori, kehikko, alusta, alustan, rungon, runko, runkoon
Αμάξωμα στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμάξωμα

αμάξωμα σασί, κινητό αμάξωμα, αμάξωμα αυτοκινήτου, αυτοφερόμενο αμάξωμα, αμάξωμα λεξικό γλώσσας φινλανδικά, αμάξωμα στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • αμάθεια στα φινλανδικά - oppimattomuus, tietämättömyys, tietämättömyyden, tietämättömyydestä, tietämättömyyttä, tietämättömyyteen
  • αμάλγαμα στα φινλανδικά - amalgaami, amalgaamin, amalgaamia, amalgaamista
  • αμάραντος στα φινλανδικά - lakastumaton kukka, Amaranth, amarantti, Amaranthista, Revonhännät
  • αμέθυστος στα φινλανδικά - ametisti, amethyst, ametistin, ametistia, kristalli
Τυχαίες λέξεις
Αμάξωμα στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kori, kehikko, alusta, alustan, rungon, runko, runkoon