Αμετάκλητος στα φινλανδικά
Μετάφραση: αμετάκλητος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
peruuttamaton, peruuttamattoman, peruuttamattomasti, peruuttamattomat, peruuttamattomia
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμετάκλητος
αμετάκλητος αντώνυμο, αμετάκλητος συνώνυμο, αμετάκλητος αγγλικά, αμετάβλητος συνώνυμα, αμετάκλητος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, αμετάκλητος στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- αμερόληπτος στα φινλανδικά - oikeamielinen, puolueeton, puolueettoman, puolueettomasti, puolueetonta, puolueettomia
- αμετάβλητος στα φινλανδικά - muuttumaton, ennallaan, muuttumattomana, muuttumattomina, muutu
- αμετάπειστος στα φινλανδικά - timantti, järkkymätön, loisti, varma, adamant
- αμετάτρεπτος στα φινλανδικά - inconvertible
Τυχαίες λέξεις
Αμετάκλητος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: peruuttamaton, peruuttamattoman, peruuttamattomasti, peruuttamattomat, peruuttamattomia
Μεταφράσεις: peruuttamaton, peruuttamattoman, peruuttamattomasti, peruuttamattomat, peruuttamattomia