Αντιδρώ στα φινλανδικά
Μετάφραση: αντιδρώ, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
reagoida, vastata, suhtautua, reagoivat, reagoi, reagoimaan
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντιδρώ
αντιδρώ συνώνυμα, αντιδρώ συνώνυμο, αντιδρώ λεξικό γλώσσας φινλανδικά, αντιδρώ στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- αντιδιαστολή στα φινλανδικά - jyrkkä erotus, vastakohtana, erotukseksi, Vastakohtaisesti
- αντιδραστήρας στα φινλανδικά - kuristin, reaktori, reaktorin, reaktoriin, reaktorissa, reaktorista
- αντιζηλία στα φινλανδικά - kilpailu, kilvoittelu, kilpailua, kilpailun, kilpailusta, välinen kilpailu
- αντιθετικός στα φινλανδικά - antithetic
Τυχαίες λέξεις
Αντιδρώ στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: reagoida, vastata, suhtautua, reagoivat, reagoi, reagoimaan
Μεταφράσεις: reagoida, vastata, suhtautua, reagoivat, reagoi, reagoimaan