Αντιφάσκω στα φινλανδικά

Μετάφραση: αντιφάσκω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kieltää, tergiversate
Αντιφάσκω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντιφάσκω

φάσκω αντιφάσκω, αντιφάσκω συνωνυμο, αντιφάσκω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, αντιφάσκω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • αντιτίθεμαι στα φινλανδικά - evätä, objekti, objektin, kohteen, vastustaa, kohde
  • αντιτείνω στα φινλανδικά - muistua, tavoite, maali, ampumataulu, ajatus, päämaali, kalu, ...
  • αντιφατικός στα φινλανδικά - ristiriitainen, ristiriitaisia, ristiriitaista, ristiriidassa, ristiriitaiset
  • αντλία στα φινλανδικά - pumpata, avokenkä, pumppu, sydän, pumpun, pumppua, pumppuun, ...
Τυχαίες λέξεις
Αντιφάσκω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kieltää, tergiversate