Αστοχώ στα φινλανδικά

Μετάφραση: αστοχώ, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ikävöidä, neiti, tyttö, kaiho, ohilyönti, Miss, epäonnistui, epäonnistui yrityksessään, piti
Αστοχώ στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αστοχώ

αστοχώ συνώνυμο, αστοχώ λεξικό γλώσσας φινλανδικά, αστοχώ στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • αστιγματικός στα φινλανδικά - astigmaattinen, hajataittoinen, astigmaattisen, astigmaattiset, astigmaatikoille
  • αστικός στα φινλανδικά - urbaani, kaupunki-, kaupunkien, kaupunkialueiden, kaupunkialueilla, urban
  • αστράγαλος στα φινλανδικά - sääri, nilkka, nilkan, nilkkavamman, ankle, nilkkaan
  • αστράφτω στα φινλανδικά - hohtaa, kimallus, loistaa, välkkyä, vaalentaa, keventää, keventämään, ...
Τυχαίες λέξεις
Αστοχώ στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: ikävöidä, neiti, tyttö, kaiho, ohilyönti, Miss, epäonnistui, epäonnistui yrityksessään, piti