Διαιτησία στα φινλανδικά

Μετάφραση: διαιτησία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
välimiesmenettely, välimiesmenettelyn, välimiesmenettelyä, välimiesmenettelyyn, välimiesmenettelyssä
Διαιτησία στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαιτησία

διαιτησία κπολδ, διαιτησία στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, διαιτησία τεε, διαιτησία ποδοσφαίρου, διαιτησία icc, διαιτησία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, διαιτησία στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • διαιρώ στα φινλανδικά - valuma-alue, haarautua, erottaa, vedenjakaja, jakaa, hajaantua, halkoa, ...
  • διαισθητικός στα φινλανδικά - päättelemätön, näkemyksellinen, järkeenkäypä, intuitiivinen, intuitiivisen, intuitiivista, intuitiivisia, ...
  • διαιτητής στα φινλανδικά - erotuomari, tuomari, tuomarille, referee, tuomari ei
  • διαιτητεύω στα φινλανδικά - välittää, sovittaa, toimia välittäjänä, sovitella, arbitrate, välittäjänä
Τυχαίες λέξεις
Διαιτησία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: välimiesmenettely, välimiesmenettelyn, välimiesmenettelyä, välimiesmenettelyyn, välimiesmenettelyssä