Διαμαρτυρόμενος στα φινλανδικά

Μετάφραση: διαμαρτυρόμενος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
protestanttinen, protestantti, protestantti Ammatti, protestanttisen
Διαμαρτυρόμενος στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαμαρτυρόμενος

διαμαρτυρόμενος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, διαμαρτυρόμενος στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • διαμαρτυρία στα φινλανδικά - protesti, mielenosoitus, protestoida, moite, valitus, protestin, protestina, ...
  • διαμαρτυρίες στα φινλανδικά - valitus, protestoida, protesti, moite, mielenosoitus, protesteja, protestit, ...
  • διαμαρτύρομαι στα φινλανδικά - moite, valitus, protestoida, protesti, mielenosoitus, protestin, protestina, ...
  • διαμελίζω στα φινλανδικά - ruotia, analysoida, viipaloida, leikellä, dissect, analysoivat
Τυχαίες λέξεις
Διαμαρτυρόμενος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: protestanttinen, protestantti, protestantti Ammatti, protestanttisen