Επιδότηση στα φινλανδικά

Μετάφραση: επιδότηση, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
avustus, tuki, apuraha, tukiainen, apu, tukiraha, valtionapu, tuotantopalkkio, tuen, avustusta, tukien
Επιδότηση στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιδότηση

επιδότηση ελαιολάδου 2014, επιδότηση για νέους επιχειρηματίες έως 40 ετών, επιδότηση κουφωμάτων, επιδότηση ενοικίου, επιδότηση για αλλαγή κουφωμάτων 2013, επιδότηση λεξικό γλώσσας φινλανδικά, επιδότηση στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • επιδρομή στα φινλανδικά - isku, aluke, hyökkäys, rynnistys, ryöstää, hyökätä, kohtaus, ...
  • επιδόρπιο στα φινλανδικά - jälkiruoka, dessert, jälkiruoaksi
  • επιείκεια στα φινλανδικά - hemmottelu, hullutus, sallivuus, armo, hulluus, indulgence, hemmotteluun, ...
  • επιεικής στα φινλανδικά - salliva, humaani, inhimillinen, anteeksiantava, anteeksi, anteeksiantavainen, anteeksiantavan, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιδότηση στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: avustus, tuki, apuraha, tukiainen, apu, tukiraha, valtionapu, tuotantopalkkio, tuen, avustusta, tukien