Κεντρικός στα φινλανδικά
Μετάφραση: κεντρικός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
perusteellinen, keskeinen, perus-, keskus, keskustassa, Keski, keskuslämmitys
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κεντρικός
κεντρικός σύνδεσμος θύρα 13, κεντρικός τομέας περιφέρειας αττικής, κεντρικός φορέας ισότιμης κατανομής βαρών, κεντρικός υποθυρεοειδισμός, κεντρικός φλεβικός καθετήρας, κεντρικός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, κεντρικός στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- κεντρί στα φινλανδικά - pistää, terä, karvastella, pisto, sting, pistin, kirvelee
- κεντρίζω στα φινλανδικά - pistää, terä, karvastella, piikkisauva, kiritys, rohkaisu, yllytys, ...
- κεντώ στα φινλανδικά - tutkain, pistää, tuikata, puhkaista, kannustaa, kirjoa, kirjontaa, ...
- κενό στα φινλανδικά - lovi, erotus, tyhjä, umpio, aukko, ilmeetön, ero, ...
Τυχαίες λέξεις
Κεντρικός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: perusteellinen, keskeinen, perus-, keskus, keskustassa, Keski, keskuslämmitys
Μεταφράσεις: perusteellinen, keskeinen, perus-, keskus, keskustassa, Keski, keskuslämmitys