Λουτρό στα φινλανδικά

Μετάφραση: λουτρό, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kylpyhuone, kylpy, kylpyamme, sauna, amme
Λουτρό στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λουτρό

λουτρό των αέρηδων, λουτρό σφακίων, λουτρό σφακιά, λουτρό υπερήχων, λουτρό χανίων, λουτρό λεξικό γλώσσας φινλανδικά, λουτρό στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • λουστράρισμα στα φινλανδικά - kiillotus, kiillotus-, kiillotukseen, kiillottamiseen, kiillotuksessa
  • λουστράρω στα φινλανδικά - hioa, puolalainen, kiillottaa, kohentaa, hienosäätää, puunata, parantaa
  • λουφάζω στα φινλανδικά - vaania, paistatella, bask, BANO
  • λουφές στα φινλανδικά - lahjoa, lahjus, viehe, Loafing
Τυχαίες λέξεις
Λουτρό στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kylpyhuone, kylpy, kylpyamme, sauna, amme