Μητέρα στα φινλανδικά

Μετάφραση: μητέρα, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
emä, emo, mutsi, äiti, äitinsä, äidin, äidille, äitini
Μητέρα στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μητέρα

μητέρα τερέζα, μητέρα φάλαινα τυφλή, μητέρα του οδυσσέα, μητέρα τιμές, μητέρα μεγαλόψυχη, μητέρα λεξικό γλώσσας φινλανδικά, μητέρα στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • μηνύω στα φινλανδικά - olla merkki jstk, osoittaa jtk
  • μηρός στα φινλανδικά - reisi, reiteen, reiden, reittä, paistit
  • μητριά στα φινλανδικά - äitipuoli, äitipuolensa, stepmother, äitipuoleni, äitipuolen
  • μητρικός στα φινλανδικά - äidillinen, motherly, äidillisiä, äidin, äidillisellä
Τυχαίες λέξεις
Μητέρα στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: emä, emo, mutsi, äiti, äitinsä, äidin, äidille, äitini