Μόνο στα φινλανδικά

Μετάφραση: μόνο, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
erakko, ainoa, yksinäinen, vain, ainoastaan, vasta, pelkästään, yksin, juuri
Μόνο στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μόνο

μόνο για τη λέσβο, μόνο μαζί σου, μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί, μόνο αυτό ζητώ στίχοι, μόνο μαζί σου μπορώ να ονειρεύομαι, μόνο λεξικό γλώσσας φινλανδικά, μόνο στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • μόνιμα στα φινλανδικά - pysyvästi, vakinaisesti, jatkuvasti, lopullisesti, kiinteästi
  • μόνιμος στα φινλανδικά - ainainen, pysyvä, kestävä, ikuinen, pysyvän, pysyvää, pysyviä, ...
  • μόνος στα φινλανδικά - yksittäinen, verraton, yksinäinen, yksin, naimaton, ypöyksin, ainoa, ...
  • μόριο στα φινλανδικά - siru, osanen, partikkeli, hiven, hiukkanen, molekyyli, molekyylin, ...
Τυχαίες λέξεις
Μόνο στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: erakko, ainoa, yksinäinen, vain, ainoastaan, vasta, pelkästään, yksin, juuri