Ντροπαλός στα φινλανδικά
Μετάφραση: ντροπαλός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vajaa, ujo, vauhko, säpsähtää, kaino, säikky, arka
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντροπαλός
είναι ντροπαλός, ντροπαλός ελευσίνας, ντροπαλός συνώνυμα, ντροπαλός άντρας, είμαι ντροπαλός, ντροπαλός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ντροπαλός στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- ντους στα φινλανδικά - kaatosade, syytää, suihku, ryöppy, rankkasade, sadekuuro, suihkulla, ...
- ντροπή στα φινλανδικά - häpäistä, häpeä, häväistä, sääli, häpeän, häpeää
- ντροπαλότητα στα φινλανδικά - arkuus, ujous, ujouden, shyness, ujouteen
- ντόμπρος στα φινλανδικά - hämätä, avoin, harhauttaa, petkuttaa, hämäys, suorasanainen, suorapuheinen, ...
Τυχαίες λέξεις
Ντροπαλός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: vajaa, ujo, vauhko, säpsähtää, kaino, säikky, arka
Μεταφράσεις: vajaa, ujo, vauhko, säpsähtää, kaino, säikky, arka