Πρακτορείο στα φινλανδικά
Μετάφραση: πρακτορείο, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tapa, toiminta, vaikutus, agentuuri, toimisto, virasto, viraston, of
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρακτορείο
πρακτορείο διανομής ξένου τύπου, πρακτορείο ευρώπη, πρακτορείο ταξιδίων, πρακτορείο μεταφορών, πρακτορείο οπαπ, πρακτορείο λεξικό γλώσσας φινλανδικά, πρακτορείο στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- πρακτική στα φινλανδικά - treenata, käytäntö, harjoitella, harjoittelu, käytännössä, käytännön, käytäntöjen, ...
- πρακτικός στα φινλανδικά - tosiasiallinen, faktinen, toiminnan, kätevä, käytännön, toimen, näpsäkkä, ...
- πραμάτεια στα φινλανδικά - tarvike, tavara, kauppatavara, kauppatavaraa, Fanituotteet Lelut, kauppatavaroiden, merchandise
- πρασινάδα στα φινλανδικά - nurmi, vehreys, vihreys, vehreyden, viheralueita, vehreyttä
Τυχαίες λέξεις
Πρακτορείο στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tapa, toiminta, vaikutus, agentuuri, toimisto, virasto, viraston, of
Μεταφράσεις: tapa, toiminta, vaikutus, agentuuri, toimisto, virasto, viraston, of