Πυκνώνω στα φινλανδικά

Μετάφραση: πυκνώνω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
paksuntaa, paksuuntua, paksunemista, thicken, sakeuttaa
Πυκνώνω στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πυκνώνω

πυκνώνω αντώνυμο, πυκνώνω ετυμολογία, πυκνώνω συνωνυμο, πυκνώνω συνώνυμο, πυκνώνω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, πυκνώνω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • πυκνός στα φινλανδικά - rehevä, tylppä, taaja, hidasoppinen, vanttera, tiuha, sankka, ...
  • πυκνότητα στα φινλανδικά - paksuus, sakeus, tiheys, tiheyden, tiheyttä, tiheys on, tiheyteen
  • πυξίδα στα φινλανδικά - yltää, ala, toimialue, rajat, piirittää, kompassi, kompassin, ...
  • πυρήνας στα φινλανδικά - tuma, sydän, keskus, kota, ydinosa, ydin, tumake, ...
Τυχαίες λέξεις
Πυκνώνω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: paksuntaa, paksuuntua, paksunemista, thicken, sakeuttaa