Στενά στα φινλανδικά

Μετάφραση: στενά, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ohittaa, kulua, käydä, ojentaa, mennä ohi, läpi, kertoa, viettää, tarkasti, tiiviisti, läheisesti, tiivistä, tiiviissä
Στενά στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στενά

στενά του ορμούζ, στενά του μαγγελάνου, στενά του κερτς, στενά παντελόνια, στενά της μάγχης, στενά λεξικό γλώσσας φινλανδικά, στενά στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • στεγαστικός στα φινλανδικά - huoneisto, asuntotuotanto, asumus, hylsy, asuntoasiat, kehys, majapaikka, ...
  • στεγνός στα φινλανδικά - ikävä, kuiva, ivallinen, kuihduttaa, kuivaa, kuivassa, kuivalla
  • στενάζω στα φινλανδικά - itkeä, ruikuttaa, uikuttaa, valitus, pahoitella, vaikerrus, Moan, ...
  • στενός στα φινλανδικά - pieni, kaveta, kovasti, tiukka, uskottu, tiivis, kapea, ...
Τυχαίες λέξεις
Στενά στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: ohittaa, kulua, käydä, ojentaa, mennä ohi, läpi, kertoa, viettää, tarkasti, tiiviisti, läheisesti, tiivistä, tiiviissä