Στόλος στα φινλανδικά

Μετάφραση: στόλος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kiitää, häipyä, kadota, nopea, väistyä, pyyhältää, laivasto, laivaston, laivastoon, kaluston, kalastuslaivaston
Στόλος στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στόλος

στόλος κυκλοφορούντων οχημάτων 2012, στόλος ολυμπιακής, στόλος ο πολεμικός, στόλος οασθ, στόλος οασθ 2014, στόλος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, στόλος στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • στυφότητα στα φινλανδικά - katkeruus, astringency, supistavuus tai jumoavuus, kutistuvuus
  • στόκος στα φινλανδικά - kitti, putty, täyte, kitin
  • στόμα στα φινλανδικά - nielu, kita, haastaa, puhua, suu, suun, suuhun, ...
  • στόμιο στα φινλανδικά - puhua, kita, suu, haastaa, nielu, aukko, suun, ...
Τυχαίες λέξεις
Στόλος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kiitää, häipyä, kadota, nopea, väistyä, pyyhältää, laivasto, laivaston, laivastoon, kaluston, kalastuslaivaston