Συμπεραίνομαι στα φινλανδικά

Μετάφραση: συμπεραίνομαι, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lakkauttaa, päättyä, päättää, olettaa, oletettava, katsottava
Συμπεραίνομαι στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπεραίνομαι

συμπεραίνομαι λεξικό γλώσσας φινλανδικά, συμπεραίνομαι στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • συμπατριώτης στα φινλανδικά - maanmies, Countryman, maanmiehensä, maanmieheni, maalainen
  • συμπερίληψη στα φινλανδικά - sisältyvyys, sisältyminen, sisällyttäminen, osallisuutta, osallisuuden, sisällyttämistä, osallisuus
  • συμπεραίνω στα φινλανδικά - lakkauttaa, päättyä, tehdä johtopäätös, päätellä, päättää, johtaa, arvata, ...
  • συμπεριλαμβάνω στα φινλανδικά - sisältää, sisällyttää, kuuluvat, kuuluu, sisältävät
Τυχαίες λέξεις
Συμπεραίνομαι στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: lakkauttaa, päättyä, päättää, olettaa, oletettava, katsottava