Συνοψίζω στα φινλανδικά
Μετάφραση: συνοψίζω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tiivistyä, taulukoida, tabulate
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνοψίζω
συνοψίζω english, συνοψίζω στα αγγλικά, συνοψιζω συνώνυμο, συνοψίζω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, συνοψίζω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- συνοφρυώνομαι στα φινλανδικά - paheksua, tuijottaa, rypistää otsaansa, frown, otsan, harmistus
- συνοχή στα φινλανδικά - yhtenäisyys, koheesio, yhteenkuuluvuuden, yhteenkuuluvuutta, yhteenkuuluvuus, koheesion
- συντάκτης στα φινλανδικά - julkaisija, toimittaja, editori, editor, editorin, päätoimittaja
- συντάσσω στα φινλανδικά - laatia, kääntää, kerätä, koota, kasata, redact, erotettava
Τυχαίες λέξεις
Συνοψίζω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tiivistyä, taulukoida, tabulate
Μεταφράσεις: tiivistyä, taulukoida, tabulate