Συσκέπτομαι στα φινλανδικά

Μετάφραση: συσκέπτομαι, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
myöntää, keskustella, kommuuni, kunta, kunnassa, kunnan, commune
Συσκέπτομαι στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συσκέπτομαι

συσκέπτομαι λεξικό γλώσσας φινλανδικά, συσκέπτομαι στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • συρροή στα φινλανδικά - kasa, runsaus, kertymä, kokoelma, kasaantuma, kertyminen, yltäkylläisyys, ...
  • συρτάρι στα φινλανδικά - laatikko, piirtäjä, laatikon, syöttölaite, syöttölaitteen, laatikkoa
  • συσκευάζω στα φινλανδικά - latoa, joukko, rasia, tungeksia, sälyttää, rikollisjengi, kietoa, ...
  • συσκευή στα φινλανδικά - härveli, temppu, aparaatti, rakkine, laite, värkki, vempele, ...
Τυχαίες λέξεις
Συσκέπτομαι στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: myöntää, keskustella, kommuuni, kunta, kunnassa, kunnan, commune