Συχνά στα φινλανδικά

Μετάφραση: συχνά, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
monesti, monasti, tiuhaan, usein, ehtimiseen, on usein, yleensä, useinkaan
Συχνά στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συχνά

συχνά ρωτώ οκταβα σταύρος ψαρουδάκης, συχνά συνώνυμο, συχνά ρωτώ στίχοι, συχνά λάθη στη χρήση της ελληνικής, συχνά επαναλαμβανόμενος πονόλαιμος, συχνά λεξικό γλώσσας φινλανδικά, συχνά στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • συσχέτιση στα φινλανδικά - vastaavuus, korrelaatti, korrelaatio, vastaavuustaulukon, korrelaatiota, korrelaation
  • συσχετίζω στα φινλανδικά - liittyä, kumppani, kytkeä, yhtiökumppani, korreloida, korreloivat, korreloi, ...
  • συχνάζω στα φινλανδικά - tiheä, usein, toistuvasti, kanta, yleisiä
  • συχνός στα φινλανδικά - tiheä, usein, toistuvasti, kanta, yleisiä
Τυχαίες λέξεις
Συχνά στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: monesti, monasti, tiuhaan, usein, ehtimiseen, on usein, yleensä, useinkaan