Τροφοδοτώ στα φινλανδικά
Μετάφραση: τροφοδοτώ, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ruokkia, polttoaine, elättää, rehu, syödä, ravita, virike, ruokailla, lietsoa, Stoke, aivohalvauk-, lisätä hiiliä jhk
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τροφοδοτώ
τροφοδοτώ μετάφραση, τροφοδοτώ στα αγγλικα, τροφοδοτώ in english, τροφοδοτώ συνώνυμα, τροφοδοτώ βικιλεξικο, τροφοδοτώ λεξικό γλώσσας φινλανδικά, τροφοδοτώ στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- τροφικός στα φινλανδικά - ravinto-, ravintoaine, ravitsemuksellista, ravintoarvoa, olevat ravitsemukselliset
- τροφοδοσία στα φινλανδικά - pitopalvelu, ateriapalvelu, catering, ravintola, tarjoilut
- τροφοδότης στα φινλανδικά - pitopalvelu, ruokatarvikkeiden hankkija, muonan hankkija, ravintoloitsijan, caterer
- τροχαλία στα φινλανδικά - vintturi, talja, väkipyörä, hihnapyörä, hihnapyörän, pulley, pyörän
Τυχαίες λέξεις
Τροφοδοτώ στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: ruokkia, polttoaine, elättää, rehu, syödä, ravita, virike, ruokailla, lietsoa, Stoke, aivohalvauk-, lisätä hiiliä jhk
Μεταφράσεις: ruokkia, polttoaine, elättää, rehu, syödä, ravita, virike, ruokailla, lietsoa, Stoke, aivohalvauk-, lisätä hiiliä jhk