Χρονικά στα φινλανδικά
Μετάφραση: χρονικά, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
aikakirjat, aikakirjoissa, Annals, aikakirjoihin, vuosikirjat
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρονικά
χρονικά επιρρήματα, χρονικά μοχλας, χρονικά δράμας, χρονικά όρια εργασίας, χρονικά μεταβαλλόμενες τιμές των μέσων, χρονικά λεξικό γλώσσας φινλανδικά, χρονικά στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- χροιά στα φινλανδικά - hipiä, iho, ihonväri, complexion, ihon
- χρονιά στα φινλανδικά - vuotta, vuonna, vuosi, vuoden, vuodessa
- χρονικογράφος στα φινλανδικά - kronikoitsija, chronicler, kronikoitsijan, historiankirjoittaja
- χρονικό στα φινλανδικά - historia, kertomus, kronikka, aikakirja, Chronicle, kronikan, kronikkaa
Τυχαίες λέξεις
Χρονικά στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: aikakirjat, aikakirjoissa, Annals, aikakirjoihin, vuosikirjat
Μεταφράσεις: aikakirjat, aikakirjoissa, Annals, aikakirjoihin, vuosikirjat