Füüsiline στα ελληνικά
Μετάφραση: füüsiline, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωματικός, σωματικά, φυσικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής
Μεταφράσεις
- füüsik στα ελληνικά - φυσικός, φυσικό, φυσικού, ο φυσικός
- füüsika στα ελληνικά - φυσική, Φυσικής, της φυσικής, τη φυσική, Physics
- gaasiline στα ελληνικά - αεριώδης, αέρια, αέριων, αέριου, αέριες
- gaasipedaal στα ελληνικά - αέριο, βενζίνη, επιταχυντής, επιταχυντή, γκαζιού, επιτάχυνσης, γκάζι
Τυχαίες λέξεις
Füüsiline στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωματικός, σωματικά, φυσικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής
Μεταφράσεις: σωματικός, σωματικά, φυσικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής