Fet στα ελληνικά

Μετάφραση: fet, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάβημα, βήμα, φόρα, βηματίζω, δρασκελιά, ρυθμός, πόδια, ποδιών, τα πόδια, μπάλα, μπάλα στον
Fet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • festa στα ελληνικά - φτιάχνω, αποφασιστικότητα, καθορίσει, διορθώσετε, να καθορίσει, καθορίζουν, καθορίζει
  • festi στα ελληνικά - αλυσίδα, καλώδιο, καδένα, σκοινί, σχοινί, σχοινιού, σχοινιά, ...
  • fimleikar στα ελληνικά - γυμναστική, Γυμναστικής, τη γυμναστική, η γυμναστική, Γυμναστικού
  • fimm στα ελληνικά - πέντε, από πέντε, τα πέντε, των πέντε
Τυχαίες λέξεις
Fet στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάβημα, βήμα, φόρα, βηματίζω, δρασκελιά, ρυθμός, πόδια, ποδιών, τα πόδια, μπάλα, μπάλα στον