Líka στα ελληνικά

Μετάφραση: líka, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όπως, σαν, απολαμβάνω, και, συμπαθώ, επίσης, χαίρω, αρέσω, πάρα πολύ, πολύ, πάρα, υπερβολικά
Líka στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • líferni στα ελληνικά - βίος, ισόβιος, ζωή, ζωντανός, Σαλόνια, Διαβίωσης, Living
  • lík στα ελληνικά - πτώμα, φορείς, οργανισμούς, οργανισμοί, σώματα, όργανα
  • líkami στα ελληνικά - σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα
  • líklegur στα ελληνικά - πιθανός, πιθανό, ενδέχεται, πιθανόν, πιθανότερο
Τυχαίες λέξεις
Líka στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όπως, σαν, απολαμβάνω, και, συμπαθώ, επίσης, χαίρω, αρέσω, πάρα πολύ, πολύ, πάρα, υπερβολικά