Pronto στα ελληνικά
Μετάφραση: pronto, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντομα, γρήγορα, γοργά, ωθώ, γρήγορος, έγκαιρα, υποκινώ, γοργός, σύντομος, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- despilfarro στα ελληνικά - σπαταλώ, λύμα, σπατάλη, απόβλητα, αποβλήτων, των αποβλήτων, απορριμμάτων, ...
- destripar στα ελληνικά - έντερο, εντέρου, του εντέρου, gut, το έντερο
- fachendoso στα ελληνικά - καμαρωτός, ματαιόδοξος, φαντασμένος, επηρμένος, αλαζόνας, υπερφίαλη
- facultativo στα ελληνικά - προαιρετικός, προαιρετικό, προαιρετική, προαιρετικά, προαιρετικές
Τυχαίες λέξεις
Pronto στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντομα, γρήγορα, γοργά, ωθώ, γρήγορος, έγκαιρα, υποκινώ, γοργός, σύντομος, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα
Μεταφράσεις: σύντομα, γρήγορα, γοργά, ωθώ, γρήγορος, έγκαιρα, υποκινώ, γοργός, σύντομος, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα