Ammassare στα ελληνικά
Μετάφραση: ammassare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τράπεζα, συσσωρεύω, αποθησαυρίζω, ανάχωμα, όχθη, συγκεντρώνω, συσσωρεύουν, συγκεντρώνουν, συσσωρεύσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ammansire στα ελληνικά - καταπραΰνω, τιθασεύω, ησυχάζω, ειρηνεύω, κατευνάσει, κατευνάσουν, την ειρήνευση
- ammassamento στα ελληνικά - συσσώρευση, συρροή, σανίδωμα, αποθησαύριση, αποθησαύρισης, επί κερδοσκοπία αποθεματοποίησης
- ammasso στα ελληνικά - στοιβάδα, σωρός, στοίβα, στοιβάζω, συστάδα, σύμπλεγμα, συμπλέγματος, ...
- ammazzare στα ελληνικά - σκοτώνω, σκοτώσει, σκοτώνουν, σκοτώσουν, να σκοτώσει, θανάτωση
Τυχαίες λέξεις
Ammassare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τράπεζα, συσσωρεύω, αποθησαυρίζω, ανάχωμα, όχθη, συγκεντρώνω, συσσωρεύουν, συγκεντρώνουν, συσσωρεύσουν
Μεταφράσεις: τράπεζα, συσσωρεύω, αποθησαυρίζω, ανάχωμα, όχθη, συγκεντρώνω, συσσωρεύουν, συγκεντρώνουν, συσσωρεύσουν