Comodo στα ελληνικά
Μετάφραση: comodo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνετος, βολικός, άνετα, άνετο, άνετη, άνετες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- commutazione στα ελληνικά - μετατροπή, μεταγωγής, μετατροπής, εναλλαγής, μεταγωγή
- comodità στα ελληνικά - παρηγορώ, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
- compagine στα ελληνικά - ομάδα, ομάδας, την ομάδα, της ομάδας, η ομάδα
- compagnia στα ελληνικά - εταιρία, κοινωνία, συντροφιά, κλήρος, μοίρα, θίασος, ομήγυρη, ...
Τυχαίες λέξεις
Comodo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνετος, βολικός, άνετα, άνετο, άνετη, άνετες
Μεταφράσεις: άνετος, βολικός, άνετα, άνετο, άνετη, άνετες