Confortevole στα ελληνικά
Μετάφραση: confortevole, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνετος, βολικός, άνετα, άνετο, άνετη, άνετες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- conforme στα ελληνικά - τερπνός, ευάρεστος, συμβατό, συμβατό με, συμμορφούμενα, συμβατή, συμβατές
- confortare στα ελληνικά - παρηγορώ, παρηγοριά, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
- conforto στα ελληνικά - παρηγοριά, παρηγορώ, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
- confrontare στα ελληνικά - αντικρίζω, παραβάλλω, αντιμετωπίζω, συγκρίνω, συγκρίνετε, κάνετε συγκρίσεις, συγκρίνετε τις, ...
Τυχαίες λέξεις
Confortevole στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνετος, βολικός, άνετα, άνετο, άνετη, άνετες
Μεταφράσεις: άνετος, βολικός, άνετα, άνετο, άνετη, άνετες