Gerenommeerd στα ελληνικά

Μετάφραση: gerenommeerd, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάσημος, πολύκροτος, αξιοσημείωτος, επιφανής, ξακουστός, φημισμένος, γνωστός, φημισμένο, διάσημο, φήμης, γνωστή
Gerenommeerd στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gereedschap στα ελληνικά - εργαλείο, εργαλεία, εργαλείων, τα εργαλεία, μέσων
  • geregeld στα ελληνικά - ομαλός, τακτικά, τακτικός, τακτική, σε τακτική, κανονικά, τακτά
  • gereserveerd στα ελληνικά - κρατημένος, επιφυλακτικός, διατηρούνται, επιφυλάχθηκε, επιφυλάσσεται, προορίζεται, Με επιφύλαξη
  • gerief στα ελληνικά - άνεση, παρηγορώ, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
Τυχαίες λέξεις
Gerenommeerd στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάσημος, πολύκροτος, αξιοσημείωτος, επιφανής, ξακουστός, φημισμένος, γνωστός, φημισμένο, διάσημο, φήμης, γνωστή