Hitvalló στα ελληνικά
Μετάφραση: hitvalló, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθηγητής, πνευματικός, εξομόλογος, Ομολογητής, εξομολόγος, εξομολογητή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hittudós στα ελληνικά - θεολόγος, Θεολόγου, θεολόγο
- hittétel στα ελληνικά - πίστη, πίστης, την πίστη, πίστεως, πίστει
- hitves στα ελληνικά - σύζυγος, γυναίκα, σύζυγό, τη σύζυγό, τη γυναίκα
- hitvesi στα ελληνικά - συζυγικός, συζυγικής, συζυγική, συζυγικό, συζυγικές
Τυχαίες λέξεις
Hitvalló στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθηγητής, πνευματικός, εξομόλογος, Ομολογητής, εξομολόγος, εξομολογητή
Μεταφράσεις: καθηγητής, πνευματικός, εξομόλογος, Ομολογητής, εξομολόγος, εξομολογητή