Вугіллям στα ελληνικά
Μετάφραση: вугіллям, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βρόμικος, βρώμικος, κάρβουνο, άνθρακα, ξυλάνθρακα, ενεργό άνθρακα, άνθρακας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вугор στα ελληνικά - χέλι, χελιού, χελιών, χέλια, του χελιού
- вугілля στα ελληνικά - άνθρακας, κάρβουνα, κάρβουνο, άνθρακα, του άνθρακα, τον άνθρακα
- вугільний στα ελληνικά - άνθρακας, κάρβουνα, κάρβουνο, άνθρακα, του άνθρακα, τον άνθρακα
- вугільник στα ελληνικά - ανθρακωρύχος, Collier, ανθρακοφόρο πλοίο, ανθρακωρύχο, καρβουνιάρη
Τυχαίες λέξεις
Вугіллям στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βρόμικος, βρώμικος, κάρβουνο, άνθρακα, ξυλάνθρακα, ενεργό άνθρακα, άνθρακας
Μεταφράσεις: βρόμικος, βρώμικος, κάρβουνο, άνθρακα, ξυλάνθρακα, ενεργό άνθρακα, άνθρακας