Ризикований στα ελληνικά

Μετάφραση: ризикований, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποθετικός, καίριος, επικίνδυνος, εικαστικός, κερδοσκοπικός, θεωρητικός, επικίνδυνη, επικίνδυνο, επικίνδυνες, ριψοκίνδυνη
Ризикований στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • втримання στα ελληνικά - αφαίρεση, έκπτωση, έκπτωσης, την αφαίρεση, εκπτώσεως
  • корсет στα ελληνικά - κορσέ, κορσές, κορσέδων, τον κορσέ, κλοιό
  • купіль στα ελληνικά - μπάνιο, μπανιέρα, λουτρό, γραμματοσειρά, γραμματοσειράς, γραμματοσειρών, της γραμματοσειράς, ...
  • масонський στα ελληνικά - μασονικός, μασονικά, τα μασονικά, ένα τεκτονικό, μασωνική
Τυχαίες λέξεις
Ризикований στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποθετικός, καίριος, επικίνδυνος, εικαστικός, κερδοσκοπικός, θεωρητικός, επικίνδυνη, επικίνδυνο, επικίνδυνες, ριψοκίνδυνη