Ріг στα ελληνικά
Μετάφραση: ріг, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σάλπιγγα, κόρνα, στριμώχνω, γωνία, κέρατο, κέρας, κόρνας, κέρατος
Μεταφράσεις
- брязкання στα ελληνικά - σύγκρουση, διαφωνία, σύγκρουσης, συγκρούονται, σύγκρουσή
- вимушений στα ελληνικά - αναγκαστική, αναγκάζονται, αναγκάστηκε, αναγκασμένοι, ανάγκασε
- волгоградський στα ελληνικά - βούληση, θέληση, Βολγκογκράντ, Volgograd, Βόλγκογκραντ, βόλγογκραντ, Βόλγκοκραντ
- заложник στα ελληνικά - όμηρος, όμηρο, όμηροι, ομήρους, ομηρία
Τυχαίες λέξεις
Ріг στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σάλπιγγα, κόρνα, στριμώχνω, γωνία, κέρατο, κέρας, κόρνας, κέρατος
Μεταφράσεις: σάλπιγγα, κόρνα, στριμώχνω, γωνία, κέρατο, κέρας, κόρνας, κέρατος